αεροβάπτισμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αεροβάπτισμα ουδέτερο
- εξαιρετική διαδικασία βάπτισης («κατ' οικονομίαν») όταν κινδυνεύει η ζωή αβάπτιστου νηπίου, που κατά την Ορθόδοξη εκκλησία μπορεί να τελεστεί από οποιονδήποτε Χριστιανό ή Χριστιανή, χωρίς την τριπλή καταβύθιση και ανάδυση του μωρού στο αγιασμένο νερό της κολυμπήθρας (δηλ. τέλεση της βάπτισης «στον αέρα»)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αεροβάπτισμα
|