αεροπειρατεία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αεροπειρατεία οι αεροπειρατείες
      γενική της αεροπειρατείας των αεροπειρατειών
    αιτιατική την αεροπειρατεία τις αεροπειρατείες
     κλητική αεροπειρατεία αεροπειρατείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αεροπειρατεία < αερο- + πειρατεία, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική air piracy [1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αεροπειρατεία θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]