ακτινοβολίας πίεση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ακτινοβολίας πίεση < → δείτε τις λέξεις ακτινοβολία και πίεση

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

ακτινοβολίας πίεση

  • (φυσική) η πίεση που φέρεται να ασκεί μια ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία με την πρόσπτωσή της πάνω σε μια επιφάνεια, η οποία και οφείλεται στην ορμή της, το δε μέγεθος αυτής είναι μετρήσιμο με βάση ιδιαίτερο μαθηματικό τύπο.

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • ενδεικτικότερο φαινόμενο ύπαρξης αυτής είναι η ουρά των κομητών όταν πλησιάζουν τον Ήλιο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]