αλείφομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αλείφομαι < παθητική φωνή του ρήματος αλείφω

αλείφομαι

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]