αμφίβραχυς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αμφίβραχυς < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἀμφίβραχυς, και ουσιαστικοποιημένο. Συγχρονικά αναλύεται σε αμφί- + βραχύς.
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /aɱˈfi.vɾa.çis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αμ‐φί‐βρα‐χυς
Επίθετο[επεξεργασία]
αμφίβραχυς
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αμφίβραχυς αρσενικό
- (μετρική) ο τρίσημος μετρικός πόδας με το συνδυασμό συλλαβών: άτονη - τονισμένη - άτονη (‿—‿)
- ※ Τα πρώ-τα | μου χρό-νια | τ’‿α-ξέ-χα- | -στα τα ’ζη-|σα (Κωστής Παλαμάς, ※ Μια πίκρα @ebooks.edu.gr)
- (αρχαία ελληνική μετρική) τρίσημος μετρικός ρυθμός που αποτελείται από την ακολουθία: βραχύχρονη συλλαβή - μακρόχρονη - βραχύχρονη (υ-υ)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αμφίβραχυς
Πηγές[επεξεργασία]
- αμφίβραχυς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα αμφί- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
- Μετρική (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα ποίησης (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από σχολικά βιβλία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)