ανατολικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ανατολικών
- γενική πληθυντικού του ανατολικός
- γενική πληθυντικού του ανατολική
- γενική πληθυντικού του ανατολικό