ανώδυνος τοκετός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανώδυνος τοκετός < ανώδυνος + τοκετός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική accouchement sans douleur)
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ανώδυνος τοκετός αρσενικό
- (ιατρική) ο τοκετός που προετοιμάζεται με ειδικές ασκήσεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή γίνεται με αναισθησία, ώστε η έγκυος να μην πονά ή να πονά λιγότερο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανώδυνος τοκετός