αποδελτιώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποδελτιώνω < λείπει η ετυμολογία

αποδελτιώνω

  • καταγράφω σε δελτία πληροφορίες, πχ. λέξεις ή φράσεις από κείμενα, για σύγκριση, ανάλυση κλπ. ή φτιάχνω γραπτό κατάλογο από αυτές τις πληροφορίες

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]