αποθετικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποθετικά < από + ασθ. θέμα θε- του ρ. τίθημι

αυτά που αποβάλλουν κάτι

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

αποθετικά

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Ονομάστηκαν έτσι από τους παλαιούς γραμματικούς γιατί εσφαλμένα νόμιζαν ότι αρχικά είχαν και ενεργητική φωνή που (απέθεντο) δηλαδή την απέβαλαν.