αποπλανεύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποπλανεύω < απο- + πλανεύω

Ρήμα[επεξεργασία]

αποπλανεύω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]