αποσωληνώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποσωληνώνω < απο- + σωληνώνω ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική extubate)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.po.so.li.ˈno.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πο‐σω‐λη‐νώ‐νω

αποσωληνώνω (παθητική φωνή: αποσωληνώνομαι)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]