ασπασμοί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.spaˈzmi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐σπα‐σμοί
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
ασπασμοί αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του ασπασμός
- για τη σημασία «χαιρετίσματα» → δείτε τη λέξη ασπασμός