ασώματο πάγιο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ασώματο πάγιο < → δείτε τις λέξεις ασώματος και πάγιο

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

ασώματο πάγιο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]