βελόνια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]βελόνια ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού του βελόνι
Δείτε επίσης : βελονιά |
βελόνια ουδέτερο