βεστιοπρατεῖον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βεστιοπρατεῖον, λέξη του 11ου αιώνα < βεστιο(πρατήριον) + πρατεῖον < βεστιοπράτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βεστιοπρατεῖον ουδέτερο