βυζαντινών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]βυζαντινών
- γενική πληθυντικού του βυζαντινός
- γενική πληθυντικού του βυζαντινή
- γενική πληθυντικού του βυζαντινό