διαπνέομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- διαπνέομαι < παθητική φωνή του ρήματος διαπνέω
Ρήμα
[επεξεργασία]διαπνέομαι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διαπνέομαι