εν συντομία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εν συντομία < (καθαρεύουσα ) ἐν συντομίᾳ (δοτική ενικού του συντομία) → δείτε τις λέξεις εν και συντομία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Έκφραση[επεξεργασία]
εν συντομία
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- en bref (γαλλικά)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εν συντομία