ισώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ισώνω < ίσ(ος) + -ώνω, ισιώνω με αποβολή του ημιφώνου ανάμεσα σε [s] και φωνήεν

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /iˈso.no/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ι‐σώ‐νω

ισώνω, στ.μέλλ.: θα ισώσω, αόρ.: ίσωσα (χωρίς παθητική φωνή)

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]