καλλύνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καλλύνω < αρχαία ελληνική καλλύνω
Ρήμα
[επεξεργασία]καλλύνω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- καλλύνω < καλός
Ρήμα
[επεξεργασία]καλλύνω