κόβω την καλημέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κόβω την καλημέρα, < → δείτε τις λέξεις κόβω και καλημέρα.

Έκφραση[επεξεργασία]

κόβω την καλημέρα

  • διακόπτω τις όποιες συνομιλίες ή επαφές με κάποιον ή κάποιους

Μεταφράσεις[επεξεργασία]