λεκ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λεκ < (άμεσο δάνειο) αλβανική lek

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈlek/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
Χαρτονόμισμα 5.000 λεκ

λεκ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • λεκ - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)