μαρτυριά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μαρτυριά οι μαρτυριές
      γενική της μαρτυριάς των μαρτυριών
    αιτιατική τη μαρτυριά τις μαρτυριές
     κλητική μαρτυριά μαρτυριές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μαρτυριά < μαρτυράω

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μαρτυριά θηλυκό

  • η αποκάλυψη ενός μυστικού που έχει εμπιστευθεί κάποιος, το κάρφωμα

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]