μεταλλαγή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μεταλλαγή οι μεταλλαγές
      γενική της μεταλλαγής των μεταλλαγών
    αιτιατική τη μεταλλαγή τις μεταλλαγές
     κλητική μεταλλαγή μεταλλαγές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μεταλλαγή < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική μεταλλαγή και (σημασιολογικό δάνειο) γαλλική ή αγγλική trans mutation[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /me.ta.laˈʝi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐ταλ‐λα‐γή

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μεταλλαγή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]