μη μου άπτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]- μη μου άπτου < ελληνιστική κοινή μή μου ἅπτου[1] < αρχαία ελληνική ἅπτομαι
Έκφραση
[επεξεργασία]μη μου άπτου
- δηλώνει άτομο πάρα πολύ ευαίσθητο είτε σωματικά είτε ψυχικά και συνήθως άτομο που προσβάλλεται εύκολα
- (φυτό) είδος μιμόζας
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μη μου άπτου
- ↑ «Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς: μή μου ἅπτου, οὔπω γὰρ ἀναβέβηκα πρὸς τὸν πατέρα μου.» Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, 20, 17.