μιλέδη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μιλέδη οι μιλέδες
      γενική της μιλέδης
    αιτιατική τη μιλέδη τις μιλέδες
     κλητική μιλέδη μιλέδες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μιλέδη < (λόγιο δάνειο) γαλλική milady < αγγλική my Lady[1] (→ δείτε τις λέξεις my και lady) δείτε τη Συζήτηση:μιλέδη

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /miˈle.ði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μι‐λέ‐δη

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μιλέδη θηλυκό (αρσενικό μιλόρδος)

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]