μπιζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: σόου μπιζ, σοουμπίζ

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
  1. μπιζ < (άμεσο δάνειο) γαλλική bis < λατινική bis
  2. μπιζ < (ηχομιμητική λέξη) (ή < τζιζ < αλβανική xixë < (ηχομιμητική λέξη))

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπιζ ουδέτερο άκλιτο

Επιφώνημα

[επεξεργασία]

μπιζ

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μπιζ ουδέτερο άκλιτο

Επιφώνημα

[επεξεργασία]

μπιζ

  • επιφώνημα που λέγεται κατά τη διάρκεια του παραπάνω παιχνιδιού

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]