οινοποιείο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το οινοποιείο τα οινοποιεία
      γενική του οινοποιείου των οινοποιείων
    αιτιατική το οινοποιείο τα οινοποιεία
     κλητική οινοποιείο οινοποιεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Το εσωτερικό ενός οινοποιείου.

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
οινοποιείο < οίν(ος) + -ο- + -ποιείο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

οινοποιείο ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]