ομιτζί και τρία λολ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
ομιτζί και τρία λολ
- (διαδικτυακή αργκό, ανεπίσημο) δηλώνει έκπληξη, θαυσμασμό κ.ά. (ομιτζί), ως αντίδραση σε κάτι αστείο (τα λολ)
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- στην έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθούν, όπως το Χ τοις εκατό, διάφοροι αριθμοί π.χ. ομιτζί και τριακόσια λολ για διαφορετικά επίπεδα έμφασης
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ομιτζί και τρία λολ
|