παραμυθία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παραμυθία < αρχαία ελληνική παραμυθία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παραμυθία θηλυκό
- (λόγιο) παρηγοριά
- ※ Η αμφισβήτηση του εμβολίου και η προκαταβολική απόρριψή του από μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας, είναι η αντανάκλαση μιας συνείδησης, που μέσα στην ανωριμότητά της αρνείται να αποδεχθεί το βάρος της σχέσης με τον εαυτό της και της σχέσης της με τον κόσμο. Επιλέγει να αγνοεί αυτόν τον κόσμο. «Ένοχη» γι’ αυτό, υιοθετεί κάθε εύκολη εξήγηση, κάθε άλογη ερμηνεία, κάθε τυφλή απόρριψη. Είναι η μόνη παραμυθία της. Προσχωρεί στην υπνωτιστική της δύναμη, εισέρχεται στον σκοτεινό κόσμο της. Ο διάλογος χάνει κάθε γέφυρα και ο λόγος κάθε αξία.
- Λευτέρης Κουσούλης, «Ευθύνη και παραμυθία», in.gr (11 Δεκεμβρίου 2020)· πρόσβαση: 2022-03-28.
- ※ Η αμφισβήτηση του εμβολίου και η προκαταβολική απόρριψή του από μεγάλο αριθμό συμπολιτών μας, είναι η αντανάκλαση μιας συνείδησης, που μέσα στην ανωριμότητά της αρνείται να αποδεχθεί το βάρος της σχέσης με τον εαυτό της και της σχέσης της με τον κόσμο. Επιλέγει να αγνοεί αυτόν τον κόσμο. «Ένοχη» γι’ αυτό, υιοθετεί κάθε εύκολη εξήγηση, κάθε άλογη ερμηνεία, κάθε τυφλή απόρριψη. Είναι η μόνη παραμυθία της. Προσχωρεί στην υπνωτιστική της δύναμη, εισέρχεται στον σκοτεινό κόσμο της. Ο διάλογος χάνει κάθε γέφυρα και ο λόγος κάθε αξία.
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παραμυθία
|
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
σοφῐᾱ- | |||||
ονομαστική | ἡ | παραμυθίᾱ | αἱ | παραμυθίαι | |
γενική | τῆς | παραμυθίᾱς | τῶν | παραμυθιῶν | |
δοτική | τῇ | παραμυθίᾳ | ταῖς | παραμυθίαις | |
αιτιατική | τὴν | παραμυθίᾱν | τὰς | παραμυθίᾱς | |
κλητική ὦ! | παραμυθίᾱ | παραμυθίαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | παραμυθίᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | παραμυθίαιν | |||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παραμυθία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παραμυθία ,-ίας θηλυκό
- ενθάρρυνση, προτροπή, πειθώ
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 450d
- πιστεύοντος μὲν γὰρ ἐμοῦ ἐμοὶ εἰδέναι ἃ λέγω, καλῶς εἶχεν ἡ παραμυθία·
- γιατί αν εγώ είχα την πεποίθηση πως πραγματικά τα ξέρω αυτά που λέω, θα ᾽χε τον τόπο του το θάρρος που μου δίνεις·
- Μετάφραση (1911), Ιωάννης Γρυπάρης @greek‑language.gr
- πιστεύοντος μὲν γὰρ ἐμοῦ ἐμοὶ εἰδέναι ἃ λέγω, καλῶς εἶχεν ἡ παραμυθία·
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 450d
- παρηγορία
- ανακούφιση από λυπηρό συναίσθημα, ελάττωση αρνητικού συναισθήματος
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 329e
- Ὦ Κέφαλε, οἶμαί σου τοὺς πολλούς, ὅταν ταῦτα λέγῃς, οὐκ ἀποδέχεσθαι ἀλλ᾽ ἡγεῖσθαί σε ῥᾳδίως τὸ γῆρας φέρειν οὐ διὰ τὸν τρόπον ἀλλὰ διὰ τὸ πολλὴν οὐσίαν κεκτῆσθαι· τοῖς γὰρ πλουσίοις πολλὰ παραμύθιά φασιν εἶναι.
- Εγώ, Κέφαλε, στοχάζομαι πως οι περισσότεροι, όταν σ᾽ ακούουν να μιλείς κατ᾽ αυτόν τον τρόπο, δεν παραδέχουνται τα επιχειρήματά σου κι έχουν την ιδέα πως, αν υποφέρεις με τόση ευκολία τα γερατειά, αυτό το χρωστάς όχι τόσο στο χαρακτήρα, αλλά και στη μεγάλη περιουσία που έχεις· γιατί ο πλούτος, ισχυρίζουνται, δίνει πολλές ανακουφίσεις.
- Μετάφραση (1911), Ιωάννης Γρυπάρης @greek‑language.gr
- Ὦ Κέφαλε, οἶμαί σου τοὺς πολλούς, ὅταν ταῦτα λέγῃς, οὐκ ἀποδέχεσθαι ἀλλ᾽ ἡγεῖσθαί σε ῥᾳδίως τὸ γῆρας φέρειν οὐ διὰ τὸν τρόπον ἀλλὰ διὰ τὸ πολλὴν οὐσίαν κεκτῆσθαι· τοῖς γὰρ πλουσίοις πολλὰ παραμύθιά φασιν εἶναι.
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι Θεμιστοκλῆς, 22.5
- κόλασις γὰρ οὐκ ἦν ὁ ἐξοστρακισμός, ἀλλὰ παραμυθία φθόνου καὶ κουφισμός, ἡδομένου τῷ ταπεινοῦν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ τὴν δυσμένειαν εἰς ταύτην τὴν ἀτιμίαν ἀποπνέοντος.
- Γιατί ο εξοστρακισμός δεν ήταν τιμωρία, παρά ικανοποίηση και κατευνασμός του φθόνου, που βρίσκει ευχαρίστηση να ταπεινώνει τους ξεχωριστούς και ξεθυμαίνει με αυτή την ατίμωση.
- Μετάφραση (1965), Μιχάλης Οικονόμου, @greek‑language.gr
- κόλασις γὰρ οὐκ ἦν ὁ ἐξοστρακισμός, ἀλλὰ παραμυθία φθόνου καὶ κουφισμός, ἡδομένου τῷ ταπεινοῦν τοὺς ὑπερέχοντας καὶ τὴν δυσμένειαν εἰς ταύτην τὴν ἀτιμίαν ἀποπνέοντος.
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 329e
- αναψυχή, τέρψη
- διασάφηση απορίας, εξήγηση
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- παραμυθία - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- παραμυθία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'χώρα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Πλούταρχο (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)