παραφίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]παραφίνη θηλυκό
- (χημεία) ουσία που αποτελείται από στερεούς υδρογονάνθρακες και χρησιμοποιείται στην παραγωγή κεριών, ως μονωτικό κ.λπ.