πλανάται στον αέρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πλανάται στον αέρα < → δείτε τη λέξη πλανάται, απρόσωπο τρίτο πρόσωπο του πλανώμαι, στον & αέρα, αιτιατική ενικού του αέρας

Έκφραση

[επεξεργασία]

πλανάται στον αέρα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]