πρωτοανοίγω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πρωτοανοίγω < πρωτο- + ανοίγω

πρωτοανοίγω

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]