πρωτοευαγγέλιο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πρωτοευαγγέλιο τα πρωτοευαγγέλια
      γενική του πρωτοευαγγελίου
πρωτοευαγγέλιου
των πρωτοευαγγελίων
    αιτιατική το πρωτοευαγγέλιο τα πρωτοευαγγέλια
     κλητική πρωτοευαγγέλιο πρωτοευαγγέλια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πρωτοευαγγέλιο < πρωτο- + ευαγγέλιο

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πρωτοευαγγέλιο ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]