ραβδοειδώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ραβδοειδώς < ραβδοειδής + -ώς < ελληνιστική κοινή ῥαβδοειδής
Επίρρημα
[επεξεργασία]ραβδοειδώς
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ραβδοειδώς
|