σκάνερ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σκάνερ < (λόγιο δάνειο) αγγλική scanner[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈska.neɾ/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σκά‐νερ
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σκάνερ ουδέτερο άκλιτο
- ο σαρωτής
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σκάνερ
→ δείτε τη λέξη σαρωτής |
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ σκάνερ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)