σταυροπήγιον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σταυροπήγιον < σταυρο- + πηγ-, θέμα στην αρχαία ελληνική πήγνυμι + -ιον
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σταυροπήγιον ουδέτερο
- (εκκλησιαστικός όρος) σταυροπήγιο
- ※ 1172 κε, Επιγραφή από την Αίνο Θράκης, (Enez). @epigraphy.packhum.org
- σταυροπήγιον γενόμενον παρὰ τοῦ πανιερωτάτου μητροπολίτου Σταυροπόλεως καρυᾶς [Κα]-
[ρίας] κυροῦ Λέοντος προ․․․ αὐτοῦ τοῦ ἐν ἁγίοις π(ατ)ρ(ὸς) ἡμῶν Νικολάου ἐπὶ βασιλείας Μανουὴλ
πορφυρογεννήτου καὶ Αὐτοκράτορος Κομνηνοῦ καὶ Μιχαὴλ τοῦ ἁγιωτάτου π(ατ)ριάρχου μηνὶ
Ἰουνίῳ ἰνδ(ι)κτι(ῶνος) εʹ, ͵ϛχπʹ ἔ(τους).
- σταυροπήγιον γενόμενον παρὰ τοῦ πανιερωτάτου μητροπολίτου Σταυροπόλεως καρυᾶς [Κα]-
- ※ 13ος/14ος αιώνας ⌘ Γεώργιος Παχυμέρης, Chronicon i, @catholiclibrary.org
- Ὅπως βασιλικὴ νεαρὰ προβαίνει ἐπὶ τοῖς σταυροπηγίοις. Προβαίνει γὰρ νεαρὰ βασίλειος ἄλλ' ἄττα πλεῖστα διοριζομένη καὶ τάττουσα καὶ τὸ τὰ ὁπουδηποτοῦν πατριαρχικά, ὅσα ἐν χώραις τε καὶ μοναῖς, ὑπὸ τοὺς ἐπισκόπους ὧν αἱ ἐνορίαι τελεῖν· ἔγκλημα γὰρ ἐφαίνετο καὶ παρὰ κανόνας τό, ἐκ παλαιοῦ γινόμενον, ὑπερόριον κεκτῆσθαι τὸν Κωνσταντινουπό λεως δίκαιον, μηδὲ τοῦτ' εἰδότος τοῦ λέγοντος ὡς κολούει τῷ πατριάρχῃ τὸ οἰκουμενικὸν ὁ ἐντὸς αὐτὸν περιορίζων τῆς Κωνσταντίνου, μηδ' ἐνορίαν ὅσα καὶ τοῦ τυχόντος ἐπισκόπου προσνέμων.
- ※ Αύγουστος 1498 κε, Επιστολή του οικουμενικού πατριάρχη Ιωακείμ Α ́ προς τον μητροπολίτη Λαρίσης Διονύσιο Α' σχετικά με τις δικαιοδοσίες του εν λόγω μητροπολίτη επί των πατριαρχικών σταυροπηγίων της επαρχίας του.
- […] καὶ πάλιν εἰς τὴν ἐπισκοπὴν ταύτην ἐπαν[α]
3 γραφῆναι μετὰ τοῦ ἐκείν[ου] γράμμ(α)τ(ος)· καὶ ἡ μετριότης ἡμῶν ἐπικυροῦσα τὴν διάκρισιν ταύτην παρακελεύεται ἵνα ὦσι ταῦτα τα
4 μοναστήρια πάλιν τῆς ἐπισκοπῆς· καὶ μηδεὶς μηδέποτε περὶ τ̣ούτου λόγον ὡς στ(αυ)ροπηγί(ων) ποι[εῖται]· τὰ δὲ λοιπὰ τῆς μεγάλης ἐκκλη[σίας]
5 στ(αυ)ροπήγια τὰ εἰς τὴν ἐνορίαν εὐρισκόμενα τῆς ἁγιωτάτης μ(ητ)ροπόλ(εως) Λαρίσσης· παραγγέλομεν τὴν ἐπίσκεψιν καὶ τὴν οἰκονομίαν αὐτῶν, τῶ [...ca 2...]
6 ἱερωτ(ά)τ(ῳ) μ(ητ)ροπολίτη Λαρίσσης, ὑπερτίμω καὶ ἐξάρχω πάσης Ἑλλάδος καὶ δευτέρ(ας) Θετταλί(ας), καὶ τὸν τόπον ἐπέ̣χ̣ο̣ντι τοῦ Ἐφέσου κὺρ Διονυσίω·- Αγορίτσας Δημήτριος, (2019). Γράμμα του οικουμενικού πατριάρχη Ιωακείμ Α΄ (1498, Αύγ.) για τα πατριαρχικά σταυροπήγια στη Θεσσαλία. Επίμετρο: Και πάλι για την ανασύσταση της Επισκοπής Γαρδικίου. Byzantina Symmeikta, 29, 249–271. https://doi.org/10.12681/byzsym.20689
- ΣτΕ: ἐπίσκεψις= εποπτεία, έλεγχος, οἰκονομία= οικονομική διαχείριση.
- […] καὶ πάλιν εἰς τὴν ἐπισκοπὴν ταύτην ἐπαν[α]
- ※ 1172 κε, Επιγραφή από την Αίνο Θράκης, (Enez). @epigraphy.packhum.org
- όργανο βασανισμού
Παράγωγα[επεξεργασία]
Κλιτικοί τύποι[επεξεργασία]
- σταυροπήγια (ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού)
- σταυροπηγίων (γενική πληθυντικού)
- σταυροπηγίοις (δοτική πληθυντικού)
Πηγές[επεξεργασία]
- σταυροπήγιον - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Κατηγορίες:
- Λέξεις με πρόθημα σταυρο- (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιον (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Ουσιαστικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Εκκλησιαστικοί όροι (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από επιγραφές (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)