στωικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

στωικά < στωικός +

Επίρρημα[επεξεργασία]

στωικά

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

στωικά