σωβινιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σωβινιστής < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σωβινιστής αρσενικό (θηλυκό σωβινίστρια)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] σωβινιστής
|