χαίρε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- χαίρε < αρχαία ελληνική χαῖρε
Προφορά
[επεξεργασία]Επιφώνημα
[επεξεργασία]χαίρε και στον πληθυντικό χαίρετε (προς πολλούς ή προς έναν από ευγένεια) αντί του γειά και γειά σας που είναι πιο οικεία
- (προσφώνηση) επίσημος χαιρετισμός, προσφώνηση
- ↪ Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία, Ο Κύριος μετά Σου
- ↪ Χαίρε Μαρία (απόδοση του Ave Maria)
- ↪ χαίρε, ω χαίρε, ελευθερία (από τον εθνικό ύμνο)
- αποχαιρετισμός προς θανόντα συνήθως στην κηδεία του
- ↪ Το ύστατο χαίρε
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χαίρε
|