χαιρετισμοί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

χαιρετισμοί αρσενικό

  1. ονομαστική και κλητική πληθυντικού του χαιρετισμός

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Χαιρετισμοί

  1. οι λειτουργίες της Παρασκευής των εβδομάδων που προηγούνται του Χριστιανικού Πάσχα, κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, οι οποίες είναι αφιερωμένες στην Παναγία και στις οποίες ψάλλεται ο Ακάθιστος Ύμνος. Αναφέρονται και ως Χαιρετισμοί της Θεοτόκου