χαλαρό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /xa.laˈɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χα‐λα‐ρό
- τονικό παρώνυμο: χάλαρο
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]χαλαρό
Δείτε επίσης : χάλαρο |
χαλαρό