χαλκομίτρας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χαλκομίτρας < χαλκός + μίτρα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χαλκομίτρας (& χαλκομίτρης-ου)

  • με ζώνη στολισμένη από χαλκό