χαλκότοξος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
χαλκότοξος < χαλκός + τόξον

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

χαλκότοξος, -ος, -ον

  1. με χάλκινο τόξο
    χαλκότοξων Αμαζόνων