χολίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | χολίνη | οι | χολίνες |
γενική | της | χολίνης | των | χολινών |
αιτιατική | τη | χολίνη | τις | χολίνες |
κλητική | χολίνη | χολίνες | ||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χολίνη (μαρτυρείται από το 1854)[1] < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική choline ή λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική choline
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
χολίνη θηλυκό
- (βιοχημεία) σύνθετη ουσία που συμβάλει στον μεταβολισμό των λιπών, στην καλή λειτουργία του ήπατος, του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος, βελτιώνει τη μνήμη και τις γνωστικές λειτουργίες και παίζει ρόλο στη δημιουργία ακετυλοχολίνης
- ※ Η χολίνη και οι μεταβολίτες της εξυπηρετούν ζωτικές βιολογικές λειτουργίες. Επηρεάζουν τη λειτουργία του ήπατος, του εγκεφάλου, την κίνηση των μυών, το νευρικό σύστημα και το μεταβολισμό. Το 1998, το Institute of Medicine, στις ΗΠΑ, αναγνώρισε τη χολίνη ως απαραίτητο θρεπτικό συστατικό. Ωστόσο δεν θεωρείται βιταμίνη γιατί ο οργανισμός φτιάχνει κάποια ποσότητα στο ήπαρ με τη μορφή της φωσφατιδυλχολίνης (λεκιθίνης), ένα φωσφολιπίδιο που περιέχει χολίνη και εναποτίθεται στις μεμβράνες των κυττάρων.
- Χολίνη: Τροφές και ιδιότητες, 01-03-2021, συντάκτρια: Ρίτα Γκατζούλη, @vita4you.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 07-05-2024.
- ※ Η χολίνη και οι μεταβολίτες της εξυπηρετούν ζωτικές βιολογικές λειτουργίες. Επηρεάζουν τη λειτουργία του ήπατος, του εγκεφάλου, την κίνηση των μυών, το νευρικό σύστημα και το μεταβολισμό. Το 1998, το Institute of Medicine, στις ΗΠΑ, αναγνώρισε τη χολίνη ως απαραίτητο θρεπτικό συστατικό. Ωστόσο δεν θεωρείται βιταμίνη γιατί ο οργανισμός φτιάχνει κάποια ποσότητα στο ήπαρ με τη μορφή της φωσφατιδυλχολίνης (λεκιθίνης), ένα φωσφολιπίδιο που περιέχει χολίνη και εναποτίθεται στις μεμβράνες των κυττάρων.
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- χολίνη στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χολίνη
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ σελ. 1115, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
Πηγές[επεξεργασία]
- χολίνη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Βιοχημεία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)