χριστοπαναγία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | χριστοπαναγία | οι | χριστοπαναγίες |
γενική | της | χριστοπαναγίας | — | |
αιτιατική | τη | χριστοπαναγία | τις | χριστοπαναγίες |
κλητική | χριστοπαναγία | χριστοπαναγίες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]χριστοπαναγία θηλυκό
- γενικός χαρακτηρισμός για χυδαία βλαστήμια που συνήθως περιλαμβάνει το όνομα του Χριστού και της Παναγίας
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] χριστοπαναγία
|