ωρολογά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ωρολογά

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

ωρολογά αρσενικό

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]