помоћ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Σερβικά (sr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

помоћ < помоћи

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

помоћ (sr) (λατινική γραφή: pomoc) θηλυκό