ἀθότυρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀθότυρος < ἀθός ( < ἄνθος) + τυρός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ἀθότυρος και ἀθότυρον

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]