ἀποκτείνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ἀποκτείνω < ἀπο- + κτείνω

ἀποκτείνω